Колпак στα ελληνικά
Μετάφραση: колпак, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραγιάσκα, σκέπασμα, κουκούλα, θήκη, καπάκι, σκούφος, κράνος, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- артериосклероз στα ελληνικά - αρτηριοσκλήρωση, αρτηριοσκλήρυνση, αρτηριοσκλήρωσης, αρτηριοσκλήρυνσης, της αρτηριοσκλήρωσης
- выбриться στα ελληνικά - ξυρίζομαι, ξύρισμα, ξυρίσετε, ξυρίσει, ξυρίζουν, ξυρίσουν
- герцогство στα ελληνικά - δουκάτο, Δουκάτου, το δουκάτο
- егерь στα ελληνικά - κυνηγός, Huntsman, την Huntsman, Χάντσμαν
Τυχαίες λέξεις
Колпак στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραγιάσκα, σκέπασμα, κουκούλα, θήκη, καπάκι, σκούφος, κράνος, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
Μεταφράσεις: τραγιάσκα, σκέπασμα, κουκούλα, θήκη, καπάκι, σκούφος, κράνος, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης