Комплектование στα ελληνικά

Μετάφραση: комплектование, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκέντρωση, ολοκλήρωση, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση
Комплектование στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безденежный στα ελληνικά - απένταρος, χρήμα, χωρίς χρήμα, κοινωνία χωρίς χρήμα, μη χρηματική
  • брильянт στα ελληνικά - κουνώ, πέτρα, ροκ, διαμάντι, έξοχος, λαμπερός, φανταστικός, ...
  • вернуть στα ελληνικά - αντικαθιστώ, ανακτώ, στροφή, φέρνω, στρίβω, αναρρώνω, υποχωρώ, ...
  • горящий στα ελληνικά - φλογερός, ζωντανός, παθιασμένος, φλεγόμενος, μένω, καύση, καύσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Комплектование στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκέντρωση, ολοκλήρωση, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση