Коновал στα ελληνικά
Μετάφραση: коновал, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κράζω, καμποτίνος, πεταλωτής, πεταλωτή, του πεταλωτή, τον πεταλωτή, farrier
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гематит στα ελληνικά - αιματίτης, αιματίτη, από αιματίτη, ο αιματίτης, αιματίτες
- гемоглобин στα ελληνικά - αιμοσφαιρίνη, αιμοσφαιρίνης, της αιμοσφαιρίνης, την αιμοσφαιρίνη, η αιμοσφαιρίνη
- гроулер στα ελληνικά - γκρινιάρης, βομβητής, μικρό όγκο πάγου, όγκο πάγου
- жемчуг στα ελληνικά - μαργαριτάρι, μαργαριτάρια, πέρλες, μαργαριταριών, τα μαργαριτάρια, μαργαριταρια
Τυχαίες λέξεις
Коновал στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κράζω, καμποτίνος, πεταλωτής, πεταλωτή, του πεταλωτή, τον πεταλωτή, farrier
Μεταφράσεις: κράζω, καμποτίνος, πεταλωτής, πεταλωτή, του πεταλωτή, τον πεταλωτή, farrier