Кооператив στα ελληνικά
Μετάφραση: кооператив, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεργάσιμος, συνεταιρισμός, συνεργατική, συνεταιρισμού, συνεταιρισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вперед στα ελληνικά - μπρος, πριν, προτού, μπροστινός, εμπρός, προς τα εμπρός, μπροστά, ...
- гидрид στα ελληνικά - υδρογονούχο, υδρίδιο, υδριδίου, υδρίδιο του, υδριδίου του
- девон στα ελληνικά - Devon, Ντέβον, του Ντέβον, το Ντέβον
- донкихот στα ελληνικά - Δον Κιχώτης, Δον Κιχώτη, ο Δον Κιχώτης, του Δον Κιχώτη, τον Δον Κιχώτη
Τυχαίες λέξεις
Кооператив στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεργάσιμος, συνεταιρισμός, συνεργατική, συνεταιρισμού, συνεταιρισμό
Μεταφράσεις: συνεργάσιμος, συνεταιρισμός, συνεργατική, συνεταιρισμού, συνεταιρισμό