Кооперативный στα ελληνικά

Μετάφραση: кооперативный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεταιρισμός, συνεργάσιμος, συνεργατική, συνεταιρισμού, συνεταιρισμό
Кооперативный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • блестящий στα ελληνικά - ψιλή, υπέροχος, φανταστικός, γυαλάδα, φίνος, έξοχα, αστραφτερός, ...
  • вслух στα ελληνικά - φωναχτά, δυνατά, μεγαλοφώνως, μεγαλόφωνα
  • гантель στα ελληνικά - αλτήρα, βαράκι, αλτήρων, dumbbell, αλτήρας
  • доспевать στα ελληνικά - μεστώνω, ωριμάζω, γίνομαι, αρμόζω, dospevat
Τυχαίες λέξεις
Кооперативный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεταιρισμός, συνεργάσιμος, συνεργατική, συνεταιρισμού, συνεταιρισμό