Корм στα ελληνικά
Μετάφραση: корм, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαγητό, σιτίζω, τροφοδοτώ, τρέφω, τροφή, ταΐζω, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бретань στα ελληνικά - Βρετάνη, Brittany, Βρετάνης, βρεττάνη, της Βρετάνης
- вскрыть στα ελληνικά - αποκαλύπτω, αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, αποκαλύψουν, αποκαλύψετε, αποκαλύπτει
- грузовик-амфибия στα ελληνικά - πάπια, σκύβω, αμφίβιο, αμφίβια, αμφίβιες, αμφίβιων, αμφίβιου
- дурить στα ελληνικά - τρέλες, ευθυμία, διασκέδαση, χαζολογάω
Τυχαίες λέξεις
Корм στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαγητό, σιτίζω, τροφοδοτώ, τρέφω, τροφή, ταΐζω, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Μεταφράσεις: φαγητό, σιτίζω, τροφοδοτώ, τρέφω, τροφή, ταΐζω, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών