Корректура στα ελληνικά
Μετάφραση: корректура, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πειστήριο, απόδειξη, διόρθωση, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антидорка στα ελληνικά - antidorka
- безысходность στα ελληνικά - απόγνωση, απελπισία, απελπισίας, απόγνωσης, την απελπισία
- вторник στα ελληνικά - Τρίτη, την Τρίτη, της Τρίτης, Τρίτης
- жезл στα ελληνικά - σκυτάλη, βέργα, χώνω, κοντάρι, προσωπικό, ραβδί, ράβδος, ...
Τυχαίες λέξεις
Корректура στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πειστήριο, απόδειξη, διόρθωση, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση
Μεταφράσεις: πειστήριο, απόδειξη, διόρθωση, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση