Λέξη: φρουμάζω

Μεταφράσεις: φρουμάζω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
snort, froumazo
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bufar, resoplar, froumazo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pfeifen, froumazo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
renâcler, ébrouement, grogner, s'ébrouer, haleter, grognement, renifler, froumazo
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sbuffare, froumazo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ressono, roncar, bufar, froumazo
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фыркать, храпение, храп, всхрапывать, фыркнуть, фырканье, храпеть, froumazo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vihellys, pärskiä, tuhauttaa, froumazo
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zafrknutí, supět, funět, froumazo
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
parsknięcie, prychać, prychnięcie, żachnąć, parskać, sapać, sapanie, pochrapywać, parskanie, fukać, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
slukk, horkantás, froumazo
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пирхання, froumazo
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
puristama, nuuskama, purin, froumazo
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dahtati, smijati, dahtanje, froumazo
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
froumazo
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
fŕkať, froumazo
Τυχαίες λέξεις