Крушить στα ελληνικά
Μετάφραση: крушить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπάζω, διάλειμμα, αντεπίθεση, καταστρέφω, διάλλειμα, καταστρέψει, καταστρέψουν, καταστρέφουν, καταστροφή, να καταστρέψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- барабанщик στα ελληνικά - τυμπανιστής, ντράμερ, drummer, τυμπανιστή, τον ντράμερ
- бифштекс στα ελληνικά - μπριζόλα, φιλέτο, μπριζόλας, μπριζόλες, steak
- богохульствовать στα ελληνικά - βλασφημώ, βλαφημήση, βλασφημήσεις, βλασφημήσουν, βλασφημούν
- детрит στα ελληνικά - τρίμματα, συντρίμμια, θρύμματα, συντρίμματα, θραύσματα τροφής
Τυχαίες λέξεις
Крушить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπάζω, διάλειμμα, αντεπίθεση, καταστρέφω, διάλλειμα, καταστρέψει, καταστρέψουν, καταστρέφουν, καταστροφή, να καταστρέψει
Μεταφράσεις: σπάζω, διάλειμμα, αντεπίθεση, καταστρέφω, διάλλειμα, καταστρέψει, καταστρέψουν, καταστρέφουν, καταστροφή, να καταστρέψει