Кряканье στα ελληνικά
Μετάφραση: кряканье, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κράζω, καμποτίνος, κομπογιαννίτης, quack, ψέυτικος, κουακ, κομπογιαννίτικη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- близорукость στα ελληνικά - μυωπικός, μυωπία, μυωπίας, της μυωπίας, η μυωπία, τη μυωπία
- вымышленный στα ελληνικά - ρομαντικός, μυθιστορηματικός, φανταστικό, πλασματική, πλασματικός, πλασματικό
- вычисленный στα ελληνικά - υπολογίζεται, υπολογίστηκε, υπολογιστεί, υπολογίζονται, που υπολογίζεται
- дровокол στα ελληνικά - μπαλτάς, Cleaver, μπαλτά, ο Cleaver, του Cleaver
Τυχαίες λέξεις
Кряканье στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κράζω, καμποτίνος, κομπογιαννίτης, quack, ψέυτικος, κουακ, κομπογιαννίτικη
Μεταφράσεις: κράζω, καμποτίνος, κομπογιαννίτης, quack, ψέυτικος, κουακ, κομπογιαννίτικη