Кузовостроение στα ελληνικά
Μετάφραση: кузовостроение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμάξωμα, αμαξώματος, του αμαξώματος, το αμάξωμα, αμαξωμάτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вдовец στα ελληνικά - χήρος, χήρο, χήρου, χηρείας, χήρα
- второсортный στα ελληνικά - παρακατιανός, δεύτερον, δεύτερος, υποδεέστερος, κατώτερος, δευτερόλεπτο, δεύτερης ποιότητας, ...
- выдающий στα ελληνικά - Εξαιρετική, Άριστος, εκκρεμή, εκκρεμών, Εκκρεμείς
- губернаторский στα ελληνικά - κυβερνητικός, κυβερνητική, κυβερνητικό, την κυβερνητική
Τυχαίες λέξεις
Кузовостроение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμάξωμα, αμαξώματος, του αμαξώματος, το αμάξωμα, αμαξωμάτων
Μεταφράσεις: αμάξωμα, αμαξώματος, του αμαξώματος, το αμάξωμα, αμαξωμάτων