Куртка στα ελληνικά
Μετάφραση: куртка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανοράκ, σακάκι, μπουφάν, μανδύα, χιτώνιο, περίβλημα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вооруженный στα ελληνικά - ένοπλος, ένοπλες, ενόπλων, ένοπλη, ένοπλων
- выгребать στα ελληνικά - μετακομίζω, φτυάρι, φτυαριστές, φτυαριού, φτυάρι για
- двигательный στα ελληνικά - μοτέρ, κινητήρας, κινητήρα, με κινητήρα, οχημάτων
- досыпать στα ελληνικά - κοιμάμαι, τσίμπλα, ύπνος, γεμίζω, top, κορυφή, αρχή, ...
Τυχαίες λέξεις
Куртка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανοράκ, σακάκι, μπουφάν, μανδύα, χιτώνιο, περίβλημα
Μεταφράσεις: ανοράκ, σακάκι, μπουφάν, μανδύα, χιτώνιο, περίβλημα