Лаять στα ελληνικά
Μετάφραση: лаять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόλπος, φλοιός, βαβίζω, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антиобледенитель στα ελληνικά - αποψύκτης, defroster, αποψύκτη, ξεπαγώματος, αποθάμβωσης
- бичевание στα ελληνικά - μαστίγωμα, μαστίγωση, αυτομαστίγωση, αυτομαστιγώματος, αυτομαστίγωμα
- верно στα ελληνικά - σωστά, σίγουρα, σωστός, δικαίωμα, δεξιός, δεξιά, δικαιώματος, ...
- гигант στα ελληνικά - κολοσσός, γίγαντας, γίγαντα, γιγαντιαίο, γιγαντιαία, γιγάντιο
Τυχαίες λέξεις
Лаять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόλπος, φλοιός, βαβίζω, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό
Μεταφράσεις: κόλπος, φλοιός, βαβίζω, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό