Лепетать στα ελληνικά

Μετάφραση: лепетать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραυλισμός, ψευδίζω, φλυαρώ, κελαρύζω, ψεύδισμα, ασυναρτησίες, φλυαρία, φλυαρίας, παρλαπίπες, φλυαρία που, και φλυαρία
Лепетать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бракосочетание στα ελληνικά - γάμος, παντρειά, γάμου, γάμο, το γάμο, του γάμου
  • вливать στα ελληνικά - ενσταλάζω, χύστε, ρίχνουμε, ρίχνετε, χύσει, ρίξτε
  • выделанный στα ελληνικά - σφυρήλατο, από σφυρήλατο, κατεργασμένα, σφυρήλατα, που προκάλεσε
  • диссертант στα ελληνικά - διατριβή, dissertator
Τυχαίες λέξεις
Лепетать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραυλισμός, ψευδίζω, φλυαρώ, κελαρύζω, ψεύδισμα, ασυναρτησίες, φλυαρία, φλυαρίας, παρλαπίπες, φλυαρία που, και φλυαρία