Ливень στα ελληνικά
Μετάφραση: ливень, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαλάζι, βροχόπτωση, αναβλύζω, χαλαζοθύελλα, τρικυμία, βρέχω, καταιγισμός, επιδαψιλεύω, νεροποντή, κατακλυσμός, πληθώρα, μουσκεύω, ντους, ντουζιέρα, μπανιέρα, ντουζ, ντουζιέρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- арапник στα ελληνικά - μαστίγιο
- буханка στα ελληνικά - φρατζόλα, καρβέλι, φραντζόλα, ψωμί, φραντζόλας
- вверяться στα ελληνικά - βάζω, τοποθετώ, εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνης, την εμπιστοσύνη, η εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης
- выпуклый στα ελληνικά - διαπρεπής, ευδιάκριτος, βολβός, διακεκριμένος, γλόμπος, αυταρχικός, κυρτός, ...
Τυχαίες λέξεις
Ливень στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαλάζι, βροχόπτωση, αναβλύζω, χαλαζοθύελλα, τρικυμία, βρέχω, καταιγισμός, επιδαψιλεύω, νεροποντή, κατακλυσμός, πληθώρα, μουσκεύω, ντους, ντουζιέρα, μπανιέρα, ντουζ, ντουζιέρας
Μεταφράσεις: χαλάζι, βροχόπτωση, αναβλύζω, χαλαζοθύελλα, τρικυμία, βρέχω, καταιγισμός, επιδαψιλεύω, νεροποντή, κατακλυσμός, πληθώρα, μουσκεύω, ντους, ντουζιέρα, μπανιέρα, ντουζ, ντουζιέρας