Лифт στα ελληνικά
Μετάφραση: лифт, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σηκώνω, ασανσέρ, υψώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- билль στα ελληνικά - νομοσχέδιο, ράμφος, λογαριασμός, λογαριασμό, λογαριασμού, νομοσχεδίου
- вкладыш στα ελληνικά - θάμνος, μαξιλάρι, επένδυση, τακτικών γραμμών, επένδυσης, επενδύσεως, χιτώνιο
- долговечность στα ελληνικά - βίος, ζωή, ισόβιος, αντοχή, ανθεκτικότητα, διάρκεια, διατηρησιμότητας, ...
- доноситься στα ελληνικά - γερός, χαιρετίζω, ήχος, φτάνω, παίρνω, αποκτώ, χαιρετώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Лифт στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σηκώνω, ασανσέρ, υψώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
Μεταφράσεις: σηκώνω, ασανσέρ, υψώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων