Лицемерие στα ελληνικά
Μετάφραση: лицемерие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποκρισία, υποκρισίας, την υποκρισία, η υποκρισία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- берма στα ελληνικά - ταράτσα, berm, αναβαθμίδα, αναβαθμίδας, ζώνη εδάφους, αναβαθμίδα της τάφρου
- дешевый στα ελληνικά - φτηνός, χυδαίος, χαμηλός, βάναυσος, πρόστυχος, χαμηλό κόστος, χαμηλού κόστους, ...
- дословный στα ελληνικά - κυριολεκτικός, κατά γράμμα, γραμματική, κυριολεκτική, literal
- завладевать στα ελληνικά - απασχολώ, ξαπλώνω, καταλαμβάνω, κοσμικός, πηδώ, απορροφώ, στρώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Лицемерие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποκρισία, υποκρισίας, την υποκρισία, η υποκρισία
Μεταφράσεις: υποκρισία, υποκρισίας, την υποκρισία, η υποκρισία