Лишний στα ελληνικά
Μετάφραση: лишний, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περισσεύω, υπερβολικός, περιττός, πλεονάζων, υπεράριθμος, χαρίζω, μονός, περισσευούμενος, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вдумчивый στα ελληνικά - προσεκτικός, σκεπτικός, στοχαστικό, στοχαστικός, στοχαστική
- вкрадчиво στα ελληνικά - suavely
- выдерживание στα ελληνικά - άρτυμα, γηράσκων, γήρανσης, γήρανση, γήρανση του, γήρανσης του
- дерзкий στα ελληνικά - ασύστολος, αλαζονικός, ιταμός, αυθάδης, θρασύς, φρέσκος, απερίσκεπτος, ...
Τυχαίες λέξεις
Лишний στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περισσεύω, υπερβολικός, περιττός, πλεονάζων, υπεράριθμος, χαρίζω, μονός, περισσευούμενος, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν
Μεταφράσεις: περισσεύω, υπερβολικός, περιττός, πλεονάζων, υπεράριθμος, χαρίζω, μονός, περισσευούμενος, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν