Лукавый στα ελληνικά
Μετάφραση: лукавый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δύσκολος, πονηρός, πανουργία, μουσίτσα, κηλίδα, αψίδα, καπάτσος, σέξι, πανούργος, ύπουλος, τετραπέρατος, Sly, πονηρή, Ο Sly, του Sly
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- архитектоника στα ελληνικά - αρχιτεκτονικής
- благодетель στα ελληνικά - ευεργέτης, ευεργέτη, τον ευεργέτη, ευεργέτης της, δωρητής
- выбоина στα ελληνικά - τρύπα, λακκούβα, βάραθρο, λακκούβες, λακκούβας, pothole
- губной στα ελληνικά - χειλικός, χειλεόφωνος, labial, χειλική, χειλικά
Τυχαίες λέξεις
Лукавый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δύσκολος, πονηρός, πανουργία, μουσίτσα, κηλίδα, αψίδα, καπάτσος, σέξι, πανούργος, ύπουλος, τετραπέρατος, Sly, πονηρή, Ο Sly, του Sly
Μεταφράσεις: δύσκολος, πονηρός, πανουργία, μουσίτσα, κηλίδα, αψίδα, καπάτσος, σέξι, πανούργος, ύπουλος, τετραπέρατος, Sly, πονηρή, Ο Sly, του Sly