Лупиться στα ελληνικά

Μετάφραση: лупиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεφλουδίζω, καθαρίζω, ξύσμα, ξεκολλήσουν, αποκόλληση των, αποκολλάται, ξεφλουδίζει, ξεφλούδισμα
Лупиться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бесчеловечие στα ελληνικά - απανθρωπία, απανθρωπιά, απανθρωπιάς, την απανθρωπιά, απάνθρωπο
  • возить στα ελληνικά - μεταδίδω, διαβιβάζω, κουβαλώ, μεταφορά, μεταφέρω, συνεπαίρνω, μεταβιβάζω, ...
  • выводной στα ελληνικά - απεκκριτικό, απεκκριτικού, απεκκριτικών, απέκκρισης-, απεκκριτικοα
  • грустный στα ελληνικά - κατήφεια, ζοφερός, συγγνώμη, αξιοθρήνητος, περίλυπος, ελεγειακός, πένθιμος, ...
Τυχαίες λέξεις
Лупиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεφλουδίζω, καθαρίζω, ξύσμα, ξεκολλήσουν, αποκόλληση των, αποκολλάται, ξεφλουδίζει, ξεφλούδισμα