Мельник στα ελληνικά
Μετάφραση: мельник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλέθω, μυλωνάς, εργοστάσιο, μύλος, Miller, μυλωνά, Μίλερ, μυλωνάδων
Μεταφράσεις
- бензоколонка στα ελληνικά - σταθμός, βενζινάδικο, πρατήριο καυσίμων, πρατήριο, πρατήριο βενζίνης, βενζινάδικα
- бромид στα ελληνικά - βρωμιούχο, βρωμίδιο, βρωμιούχου, βρωμιδίου, το βρωμιούχο
- деформироваться στα ελληνικά - σχήμα, διαμορφώνω, διογκώνω, μορφώνω, αρμόζω, γίνομαι, σχηματίζω, ...
- диаграммный στα ελληνικά - διαγραμματική, σχηματική, διαγραμματικά, διαγραμματικές, διαγραμματικό
Τυχαίες λέξεις
Мельник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλέθω, μυλωνάς, εργοστάσιο, μύλος, Miller, μυλωνά, Μίλερ, μυλωνάδων
Μεταφράσεις: αλέθω, μυλωνάς, εργοστάσιο, μύλος, Miller, μυλωνά, Μίλερ, μυλωνάδων