Γεννητικός στα αγγλικά

Μετάφραση: γεννητικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
genital, generative
Γεννητικός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: γεννητικός

sexual
  • σεξουαλικός
  • γεννητικός
  • φύλων
genital
  • γεννητικός
generative
  • γεννητικός

Σχετικές λέξεις: γεννητικός

γεννητικός έρπης συμπτώματα, γεννητικός έρπης φωτογραφιες, γεννητικός κύκλος, γεννητικός έρπης θεραπεία, γεννητικός ερπης, γεννητικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, γεννητικός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • γενναιόδωρος στα αγγλικά - generous, bounteous, munificent, bountiful, lavish
  • γενναιότητα στα αγγλικά - courage, bravery, valor, braveness, prowess, gallantry
  • γεννοβολώ στα αγγλικά - breed, generate, spawn, Spawning
  • γεννώ στα αγγλικά - germinate, bear, spawn, generate, calve, beget, bring forth, ...
Τυχαίες λέξεις
Γεννητικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: genital, generative