Мешалка στα ελληνικά
Μετάφραση: мешалка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταράζω, μίξερ, αναδευτήρας, καρδάρα, ταραχοποιός, αναδευτήρα, ανάδευσης, συσκευής ανάδευσης
Μεταφράσεις
- апатия στα ελληνικά - αδιαφορία, απάθεια, απάθειας, η απάθεια, την απάθεια
- взаимосвязанный στα ελληνικά - διασυνδεδεμένο, διασυνδεδεμένων, διασυνδεδεμένα, διασυνδέονται, διασυνδεδεμένες
- горчица στα ελληνικά - μουστάρδα, μουστάρδας, σιναπιού, τη μουστάρδα, σινάπι
- житница στα ελληνικά - σιτοβολώνας, σιτοβολώνα, σιτοπαραγωγική, breadbasket, σιτοβολώνας της
Τυχαίες λέξεις
Мешалка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταράζω, μίξερ, αναδευτήρας, καρδάρα, ταραχοποιός, αναδευτήρα, ανάδευσης, συσκευής ανάδευσης
Μεταφράσεις: ταράζω, μίξερ, αναδευτήρας, καρδάρα, ταραχοποιός, αναδευτήρα, ανάδευσης, συσκευής ανάδευσης