Мигнуть στα ελληνικά

Μετάφραση: мигнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβοσβήνω, αναβοσβήνει, αναβοσβήνουν, αναβοσβήσει, να αναβοσβήνει, αρχίσει να αναβοσβήνει
Мигнуть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вероятность στα ελληνικά - προαίρεση, θέληση, πιθανότητα, διαθήκη, προσδοκία, πιθανότητας, πιθανοτήτων, ...
  • забурник στα ελληνικά - zaburnik
  • заверять στα ελληνικά - ξεχωρίζω, διαβεβαιώνω, βεβαιώνω, πιστοποιώ, επικυρώνω, λέω, αφηγούμαι, ...
  • заволакивать στα ελληνικά - καταχνιά, αχλή, θολώνω, καλύπτω, συσκοτίζω, συγχύζω, becloud, ...
Τυχαίες λέξεις
Мигнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβοσβήνω, αναβοσβήνει, αναβοσβήνουν, αναβοσβήσει, να αναβοσβήνει, αρχίσει να αναβοσβήνει