Многословный στα ελληνικά
Μετάφραση: многословный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληκτικός, ομιλητικός, πλεονάζων, διαχυτικός, ανεμώδης, μακρύς, υπεράριθμος, φλύαρος, ανιαρός, μεγάλος, ενθουσιώδης, φλύαρες, φλύαρο, φλύαρων, πολύλογος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- асиндетон στα ελληνικά - ασύνδετο
- виновен στα ελληνικά - ένοχος, ένοχοι, ένοχο, ένοχη, ενοχή
- дистиллирует στα ελληνικά - αποστάζει, αποστάζει το
- дубильня στα ελληνικά - βυρσοδεψείο, βυρσοδεψία, βυρσοδεψίας, βυρσοδεψείου, βυρσοδεψείων
Τυχαίες λέξεις
Многословный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληκτικός, ομιλητικός, πλεονάζων, διαχυτικός, ανεμώδης, μακρύς, υπεράριθμος, φλύαρος, ανιαρός, μεγάλος, ενθουσιώδης, φλύαρες, φλύαρο, φλύαρων, πολύλογος
Μεταφράσεις: πληκτικός, ομιλητικός, πλεονάζων, διαχυτικός, ανεμώδης, μακρύς, υπεράριθμος, φλύαρος, ανιαρός, μεγάλος, ενθουσιώδης, φλύαρες, φλύαρο, φλύαρων, πολύλογος