Монтёр στα ελληνικά
Μετάφραση: монтёр, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μηχανικός, εφαρμοστής, τεχνίτη, εφαρμοστή, καλύτερη φυσική κατάσταση, συναρμολογητής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ангола στα ελληνικά - Αγκόλα, Ανγκόλα, Αγκόλας, την Αγκόλα, της Αγκόλας
- бесследно στα ελληνικά - εντελώς, χωρίς ίχνος, χωρίς κανένα ίχνος, χωρίς ένα ίχνος, δίχως ίχνος
- вулкан στα ελληνικά - διέξοδος, τρύπα, ηφαίστειο, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, του ηφαιστείου
- допускать στα ελληνικά - αποδέχομαι, επιτρέπω, υποθέτω, παραχωρώ, ανέχομαι, παραδέχομαι, χορηγώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Монтёр στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μηχανικός, εφαρμοστής, τεχνίτη, εφαρμοστή, καλύτερη φυσική κατάσταση, συναρμολογητής
Μεταφράσεις: μηχανικός, εφαρμοστής, τεχνίτη, εφαρμοστή, καλύτερη φυσική κατάσταση, συναρμολογητής