Мчаться στα ελληνικά

Μετάφραση: мчаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ραντίζω, σχίζω, μαστίζω, δάκρυ, ταχυδρομώ, βιασύνη, λοιδορώ, σκίζω, ορμή, συντρίβω, ράτσα, τρέχω, δοκάρι, πόστο, φυλή, αγώνα, φυλής, κούρσα, αγώνας
Мчаться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ввязываться στα ελληνικά - ανακατεύομαι, αναμιχθεί, ανακατευτεί, αναμειχθεί, αναμιχθούν
  • дежурный στα ελληνικά - τακτικός, ομαλός, μετά, επόμενος, δασμός, φόρος, δασμού, ...
  • декорум στα ελληνικά - ευπρέπεια, κοσμιότητα, ευπρέπειας, ευπρέπειά, την ευπρέπεια, decorum
  • домоводство στα ελληνικά - οικιακής οικονομίας, οικιακή οικονομία, τα οικοκυρικά, οικοκυρικά, την οικιακή οικονομία
Τυχαίες λέξεις
Мчаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ραντίζω, σχίζω, μαστίζω, δάκρυ, ταχυδρομώ, βιασύνη, λοιδορώ, σκίζω, ορμή, συντρίβω, ράτσα, τρέχω, δοκάρι, πόστο, φυλή, αγώνα, φυλής, κούρσα, αγώνας