Навещать στα ελληνικά
Μετάφραση: навещать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακολουθώ, επισκευάζω, παραβρίσκομαι, επισκέπτομαι, επισκευή, κλήση, επίσκεψη, τηλεφωνώ, επίσκεψης, επίσκεψή, την επίσκεψή, την επίσκεψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- артишок στα ελληνικά - αγκινάρα, αγκινάρας, της αγκινάρας, αγκινάρες, την αγκινάρα
- вредный στα ελληνικά - κακός, κακολογώ, σατανικός, ολέθριος, βλαβερός, επιζήμιος, επιβλαβής, ...
- гикать στα ελληνικά - στεφάνι, κραυγή, ξεφωνητό, σκληρού βήχα, σκληρό βήχα, κραυγάζω
- декоративный στα ελληνικά - διακοσμητικός, Διακοσμητικά, διακοσμητικό, διακοσμητικές, διακοσμητική
Τυχαίες λέξεις
Навещать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακολουθώ, επισκευάζω, παραβρίσκομαι, επισκέπτομαι, επισκευή, κλήση, επίσκεψη, τηλεφωνώ, επίσκεψης, επίσκεψή, την επίσκεψή, την επίσκεψη
Μεταφράσεις: παρακολουθώ, επισκευάζω, παραβρίσκομαι, επισκέπτομαι, επισκευή, κλήση, επίσκεψη, τηλεφωνώ, επίσκεψης, επίσκεψή, την επίσκεψή, την επίσκεψη