Нажаривать στα ελληνικά
Μετάφραση: нажаривать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερθερμαίνομαι, nazharivat
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беседка στα ελληνικά - εσοχή, σηκός, περίπτερο, περβόλι, κρεβατίνα, κληματαριά, Arbor, ...
- биток στα ελληνικά - σύνθημα, στέκα, Cue, λευκή, σύνθημά
- выдающий στα ελληνικά - Εξαιρετική, Άριστος, εκκρεμή, εκκρεμών, Εκκρεμείς
- газетчик στα ελληνικά - δημοσιογράφος, εφημεριδοπώλης, μικρός εφημεριδοπώλης
Τυχαίες λέξεις
Нажаривать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερθερμαίνομαι, nazharivat
Μεταφράσεις: υπερθερμαίνομαι, nazharivat