Наколоть στα ελληνικά

Μετάφραση: наколоть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάλειμμα, τεμαχίζω, φτιάχνω, τσεκουριά, καρφίτσα, γόμφος, αντεπίθεση, διάλλειμα, σπάζω, κόβω, πείρο, pin, πείρου, πείρος
Наколоть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • буланый στα ελληνικά - φως, φωτός, το φως, πρίσμα, βάση
  • вознести στα ελληνικά - ανατρέφω, αναστηλώνω, βελτιώνω, υψώνω, ανυψώνω, σηκώνω, εξυψώ, ...
  • всенародный στα ελληνικά - εθνικός, σε εθνικό επίπεδο, εθνικό επίπεδο, σε εθνικό, πανελλαδικά, εθνικό
  • движется στα ελληνικά - κινήσεις, κινείται, μετακινείται, κινήσεων, τις κινήσεις
Τυχαίες λέξεις
Наколоть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάλειμμα, τεμαχίζω, φτιάχνω, τσεκουριά, καρφίτσα, γόμφος, αντεπίθεση, διάλλειμα, σπάζω, κόβω, πείρο, pin, πείρου, πείρος