Наметка στα ελληνικά

Μετάφραση: наметка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπολογισμός, σήμα, σημαίνω, υπογράφω, ακτινοβολία, κονκάρδα, ταμπέλα, προβολή, σημειώνω, πίνακας, βαθμός, ραντίσματος, ράντισμα, basting, το ράντισμα, περιχύνοντας
Наметка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • буфетчица στα ελληνικά - σερβιτόρα, ποτοπώλις, barmaid, μπαργούμαν, σερβιτόρα μπαρ
  • возобновить στα ελληνικά - προβαίνω, ανακτώ, επισκευάζω, αναστηλώνω, ξαναρχίζω, προχωρώ, αποκαθιστώ, ...
  • гай στα ελληνικά - άλσος, παιδί, τύπος, άνθρωπος, Guy, Ο Guy, τον Guy
  • дешифратор στα ελληνικά - αποκωδικοποιητή, αποκωδικοποιητής, αποκωδικοποίησης, του αποκωδικοποιητή, τον αποκωδικοποιητή
Τυχαίες λέξεις
Наметка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπολογισμός, σήμα, σημαίνω, υπογράφω, ακτινοβολία, κονκάρδα, ταμπέλα, προβολή, σημειώνω, πίνακας, βαθμός, ραντίσματος, ράντισμα, basting, το ράντισμα, περιχύνοντας