Напевать στα ελληνικά

Μετάφραση: напевать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βουίζω, μουρμουρίζω, σιγοτραγουδώ, τραγουδώ αισθηματικά
Напевать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арийский στα ελληνικά - Άρια, Aryan, Άριας, Άριος, Άρεια
  • викарий στα ελληνικά - εφημέριος, εφημέριο, Βικάριος, Vicar, ο Βικάριος
  • воспламенить στα ελληνικά - φωτίζω, ξανθός, ανάβω, φωτερός, αναφλέγονται, αναφλεγεί, αναφλεγούν, ...
  • джуди στα ελληνικά - Judy, Τζούντι, την Judy, η Τζούντι, η Judy
Τυχαίες λέξεις
Напевать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βουίζω, μουρμουρίζω, σιγοτραγουδώ, τραγουδώ αισθηματικά