Наполниться στα ελληνικά

Μετάφραση: наполниться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεμίζω, Γεμιστές, γεμάτους, Συμπληρώνεται η, γεμάτο, γεμισμένο
Наполниться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бархат στα ελληνικά - βελούδο, βελούδινος, βελούδινο, βελούδινη, βελούδινα, βελούδινες
  • бьется στα ελληνικά - κτυπά, beats, παλμούς, κτύπους, χτύπους
  • вероисповедание στα ελληνικά - θρησκεία, εξομολόγηση, πίστη, λατρεία, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, ...
  • жажда στα ελληνικά - φαγούρα, λαχτάρα, δίψα, κνίδωση, πείνα, τη δίψα, δίψας, ...
Τυχαίες λέξεις
Наполниться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεμίζω, Γεμιστές, γεμάτους, Συμπληρώνεται η, γεμάτο, γεμισμένο