Насекать στα ελληνικά

Μετάφραση: насекать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, εκκολάπτομαι, εγκοπή, εγκοπής, notch, εντομή, εγκοπών
Насекать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ведать στα ελληνικά - αντεπεξέρχομαι, αγορά, διευθύνω, ξέρω, καταφέρνω, μοιράζω, γνωρίζω, ...
  • воинство στα ελληνικά - στρατός, φιλοξενώ, οικοδεσπότης, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών
  • грозить στα ελληνικά - απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
  • думпкар στα ελληνικά - χωματερή, ένδειξης σφαλμάτων, χωματερής, dump, ένδειξης
Τυχαίες λέξεις
Насекать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, εκκολάπτομαι, εγκοπή, εγκοπής, notch, εντομή, εγκοπών