Натянутость στα ελληνικά
Μετάφραση: натянутость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυσκαμψία, ένταση, ψυχρότητα, τάση, έντασης, τάσης, την ένταση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аффектация στα ελληνικά - επιτήδευση, εκζήτηση, νάζια, επηρεασμού, επηρεασμός, προσποίηση
- бомбардировка στα ελληνικά - βομβαρδισμός, βομβιστική επίθεση, βομβαρδισμούς, βομβαρδισμό, βομβαρδισμού
- вырезанный στα ελληνικά - κούρεμα, ψαλιδιστεί, ψαλιδίζεται, κομμένους, κόβονται
- вялость στα ελληνικά - αδράνεια, απάθεια, νωθρότητα, λήθαργος, λήθαργο, λήθαργου, το λήθαργο, ...
Τυχαίες λέξεις
Натянутость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυσκαμψία, ένταση, ψυχρότητα, τάση, έντασης, τάσης, την ένταση
Μεταφράσεις: δυσκαμψία, ένταση, ψυχρότητα, τάση, έντασης, τάσης, την ένταση