Нахлобучивать στα ελληνικά

Μετάφραση: нахлобучивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραβώ, τράβηγμα, nahlobuchivat
Нахлобучивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ажиотаж στα ελληνικά - ορμή, βιασύνη, κινώ, αναδεύω, ανακατεύω, έξαρση, κινούμαι, ...
  • алебарда στα ελληνικά - παρτιζάνος, δόρυ με πελέκι, αλαβάρδα, πέλεκυ, halberd, με πέλεκυ
  • вскакивать στα ελληνικά - εκτινάσσομαι, αναπηδώ, άνοιξη, πηδώ, άλμα, μεταβείτε, πηδούν, ...
  • декорация στα ελληνικά - στολισμός, σκηνή, τοπίο, διακόσμηση, διακόσμησης, τη διακόσμηση, διάκοσμο, ...
Τυχαίες λέξεις
Нахлобучивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραβώ, τράβηγμα, nahlobuchivat