Нахмурить στα ελληνικά

Μετάφραση: нахмурить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκυθρωπιάζω, συνοφρυώνομαι, συνοφρύωμα, frowning, συνοφρύωση, συνοφρυώνεται, συνοφρυωμένος
Нахмурить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ввиду στα ελληνικά - τελείωσε, απέναντι, σε, δια, πάνω, διαμέσου, ενόψει της, ...
  • всунуть στα ελληνικά - τοποθετώ, βάζω, παρεισάγω, πασάρω, πασάρουν, φορτώσει, πασάρουν οι
  • грешница στα ελληνικά - αμαρτωλός, Sinner, αμαρτωλό, αμαρτωλού, των Sinner
  • досье στα ελληνικά - λιμάρω, υποβάλλω, πίφερο, φάκελος, φάκελο, φακέλου, φάκελλο, ...
Τυχαίες λέξεις
Нахмурить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκυθρωπιάζω, συνοφρυώνομαι, συνοφρύωμα, frowning, συνοφρύωση, συνοφρυώνεται, συνοφρυωμένος