Незакрепленный στα ελληνικά

Μετάφραση: незакрепленный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσάμπα, δωρεάν, αυτεξούσιος, αόριστης, αστερέωτα, μη εγγεγραμμένων ερμηνειών ή, μη στερεωμένα, μη σταθερά
Незакрепленный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бремя στα ελληνικά - φορτώνω, φροντίδα, φορτίζω, γεμίζω, κατηγορία, βάρος, φόρτωση, ...
  • бригадир στα ελληνικά - καπετάνιος, εργοδηγός, επιστάτης, Foreman, επιστάτη, εργοδηγό
  • вид στα ελληνικά - ευγενικός, ύφος, ξεδιαλέγω, μορφώνω, χροιά, τύπος, τσιλιαδόρος, ...
  • елена στα ελληνικά - Έλενα, Helena, Ελένη, ελένης, Ελένα
Τυχαίες λέξεις
Незакрепленный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσάμπα, δωρεάν, αυτεξούσιος, αόριστης, αστερέωτα, μη εγγεγραμμένων ερμηνειών ή, μη στερεωμένα, μη σταθερά