Неиспорченный στα ελληνικά

Μετάφραση: неиспорченный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γερός, ζωντανός, δροσερός, καραμέλα, πρωτόγονος, φρέσκος, νωπός, γλυκός, φωνή, ατόφιος, ήχος, παρθένα, παρθένες, παρθένο, ανέγγιχτο, αμόλυντο
Неиспорченный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • блекнет στα ελληνικά - εξασθενίζει, ξεθωριάζει, σβήνει, εξασθενεί, fades
  • гонщик στα ελληνικά - αναβάτης, δρομεύς, Racer, δρομέας, αγωνιστικό, δρομέα
  • грум στα ελληνικά - ιπποκόμος, γαμπρός, γαμπρό, γαμπρού, του γαμπρού, ο γαμπρός
  • единственно στα ελληνικά - μόνο, απλώς, αποκλειστικά, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Τυχαίες λέξεις
Неиспорченный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γερός, ζωντανός, δροσερός, καραμέλα, πρωτόγονος, φρέσκος, νωπός, γλυκός, φωνή, ατόφιος, ήχος, παρθένα, παρθένες, παρθένο, ανέγγιχτο, αμόλυντο