Необработанный στα ελληνικά

Μετάφραση: необработанный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωμός, αγενής, πρόχειρος, ακατέργαστος, τραχύς, χονδροειδής, αγροίκος, σκληρός, χωρίς θεραπεία, ανεπεξέργαστα, ανεπεξέργαστων, μη επεξεργασμένα, μη επεξεργασμένο
Необработанный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • амстердам στα ελληνικά - Άμστερνταμ, amsterdam, Αμστερνταμ, του Άμστερνταμ
  • анархизм στα ελληνικά - αναρχισμός, αναρχισμού, αναρχισμό, ο αναρχισμός, τον αναρχισμό
  • грабштихель στα ελληνικά - grabshtihel
  • дистрофия στα ελληνικά - δυστροφία, δυστροφίας, δυστροφία του
Τυχαίες λέξεις
Необработанный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωμός, αγενής, πρόχειρος, ακατέργαστος, τραχύς, χονδροειδής, αγροίκος, σκληρός, χωρίς θεραπεία, ανεπεξέργαστα, ανεπεξέργαστων, μη επεξεργασμένα, μη επεξεργασμένο