Неоседлый στα ελληνικά
Μετάφραση: неоседлый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φερέοικος, Ταξιδιώτες, Οι ταξιδιώτες, Travellers, ξενοδοχείων Travellers
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астигматизм στα ελληνικά - αστιγματισμός, αστιγματισμού, αστιγματισμό, τον αστιγματισμό, του αστιγματισμού
- войлок στα ελληνικά - τσόχα, αισθανόμουν, ένιωθα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
- генерал-майор στα ελληνικά - Υποστράτηγο κ, Υποστράτηγος κ
- двинуть στα ελληνικά - σαλεύω, κίνηση, μετακομίζω, κινώ, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Неоседлый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φερέοικος, Ταξιδιώτες, Οι ταξιδιώτες, Travellers, ξενοδοχείων Travellers
Μεταφράσεις: φερέοικος, Ταξιδιώτες, Οι ταξιδιώτες, Travellers, ξενοδοχείων Travellers