Непредубежденный στα ελληνικά
Μετάφραση: непредубежденный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικανικός, δικαστικός, αμερόληπτος, ειλικρινής, ανοιχτό μυαλό, ανοιχτόμυαλοι, ανοιχτό πνεύμα, ανοιχτόμυαλη, ανοιχτόμυαλος
Μεταφράσεις
- деполяризовать στα ελληνικά - αποπολώσει, εκπολώνουν, αποπολώνει, αποπολωθούν, αποπόλωση
- диптих στα ελληνικά - δίπτυχο, δίπτυχα, δίπτυχες, δίπτυχου
- дискета στα ελληνικά - όγκος, φωνή, ποσότητα, δισκέτα, δισκέτας, δισκέτες, δισκέττα, ...
- дифференцирование στα ελληνικά - διάκριση, διαφορά, διαφοροποίηση, διαφοροποίησης, τη διαφοροποίηση
Τυχαίες λέξεις
Непредубежденный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικανικός, δικαστικός, αμερόληπτος, ειλικρινής, ανοιχτό μυαλό, ανοιχτόμυαλοι, ανοιχτό πνεύμα, ανοιχτόμυαλη, ανοιχτόμυαλος
Μεταφράσεις: δικανικός, δικαστικός, αμερόληπτος, ειλικρινής, ανοιχτό μυαλό, ανοιχτόμυαλοι, ανοιχτό πνεύμα, ανοιχτόμυαλη, ανοιχτόμυαλος