Неприкрытый στα ελληνικά
Μετάφραση: неприкрытый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαλακρός, φανερός, καραφλός, ακάλυπτος, ανοιχτό πάρκινγκ, Ανοιχτό, αποκάλυψε, ακάλυπτο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благосклонный στα ελληνικά - πρόσχαρος, καλοήθης, ήπιος, καλοκάγαθος, ευνοϊκός, καλόβουλος, φρόνιμος, ...
- вдохнуть στα ελληνικά - αναπνέω, εισπνέω, να αναπνεύσει, για να αναπνεύσει, να αναπνεύσουν, να αναπνέει, να αναπνέουν
- великобританский στα ελληνικά - Βρετανοί, Βρετανός, βρετανική, βρετανικό, βρετανικής
- гериатрия στα ελληνικά - γηριατρική, γηριατρικής, γηριατρικη, τη γηριατρική, της γηριατρικής
Τυχαίες λέξεις
Неприкрытый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαλακρός, φανερός, καραφλός, ακάλυπτος, ανοιχτό πάρκινγκ, Ανοιχτό, αποκάλυψε, ακάλυπτο
Μεταφράσεις: φαλακρός, φανερός, καραφλός, ακάλυπτος, ανοιχτό πάρκινγκ, Ανοιχτό, αποκάλυψε, ακάλυπτο