Непринужденность στα ελληνικά
Μετάφραση: непринужденность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνεση, καταπραΰνω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выползать στα ελληνικά - μπουσουλάω, σύρσιμο, σύρομαι, λαμπυρίζουν, λαμπυρίζουν στον
- ганглий στα ελληνικά - γάγγλιο, γαγγλίου, γαγγλίων, γαγγλιακών, γαγγλιακά
- дотягивать στα ελληνικά - επισύρω, σέρνω, ζωγραφίζω, τραβώ, έλκω, κρατήστε, κρατήσει, ...
- дрозд-рябинник στα ελληνικά - Snowbird
Τυχαίες λέξεις
Непринужденность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνεση, καταπραΰνω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση
Μεταφράσεις: άνεση, καταπραΰνω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση