Нерешительный στα ελληνικά
Μετάφραση: нерешительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δειλός, συνεσταλμένος, ανίσχυρος, ντροπαλός, διστακτικός, αδύναμος, αναποφάσιστος, αναποφάσιστοι, αναποφάσιστη, indecisive, αναποφάσιστο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспроводный στα ελληνικά - ασύρματο, ασύρματος, ασύρματη, ασύρματου, ασύρματης
- выпалить στα ελληνικά - φωτιά, πυρκαγιά, βλαστός, απολύω, έρχομαι, εκτινάσσω, πυροβολώ, ...
- живущий στα ελληνικά - ζωντανός, ζωή, διαβίωσης, καθιστικό, ζωής
- жница στα ελληνικά - θεριστής, θεριστική μηχανή, Reaper, θεριστή, θεριστική
Τυχαίες λέξεις
Нерешительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δειλός, συνεσταλμένος, ανίσχυρος, ντροπαλός, διστακτικός, αδύναμος, αναποφάσιστος, αναποφάσιστοι, αναποφάσιστη, indecisive, αναποφάσιστο
Μεταφράσεις: δειλός, συνεσταλμένος, ανίσχυρος, ντροπαλός, διστακτικός, αδύναμος, αναποφάσιστος, αναποφάσιστοι, αναποφάσιστη, indecisive, αναποφάσιστο