Низринуть στα ελληνικά
Μετάφραση: низринуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισπεύδω, ανατράπηκε, ανατραπεί, ανατροπή, ανατρέψει, ανετράπη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аллопат στα ελληνικά - αλλοπαθητικός ιατρός
- взметнуть στα ελληνικά - φτεροκοπώ, τινάσομαι, ανάρριψη, τίναγμα, εκτίναξη, την εκτίναξη
- гайдроп στα ελληνικά - σχοινί-οδηγό
- двузначный στα ελληνικά - διφορούμενος, διψήφια, διψήφιο, διψήφιους, διψήφιας, διψήφιες
Τυχαίες λέξεις
Низринуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισπεύδω, ανατράπηκε, ανατραπεί, ανατροπή, ανατρέψει, ανετράπη
Μεταφράσεις: επισπεύδω, ανατράπηκε, ανατραπεί, ανατροπή, ανατρέψει, ανετράπη