Λέξη: σακούλα

Σχετικές λέξεις: σακούλα

σακούλα ψησιματος κοτοπουλο, σακούλα ονειροκρίτης, σακούλα ψησιματος sanitas, σακούλα σκούπας, σακούλα hepa h60, σακούλα ψησιματος οδηγιες, σακούλα ζαχαροπλαστικήσ, σακούλα φίλτρο megafilt®supertex, σακούλα φίλτρο megafilt®supertex με κλείσιμο υγιεινής, σακούλα ηλεκτρικής σκούπας

Συνώνυμα: σακούλα

τσάντα, σάκος, σάκκος, σακκούλα, ταγάρι, σακκίδιο

Μεταφράσεις: σακούλα

σακούλα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pouch, bag, bag of, bag is, the bag

σακούλα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bolsa, bolso, bolsa de, bolso de, la bolsa

σακούλα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beutel, Tasche, Beutel, Sack

σακούλα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sac, bissac, bourse, sachet, poche, valise, sac de

σακούλα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tasca, borsa, sacchetto, sacco, sacchetto di, bag

σακούλα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
saco, bolsa, saco de, bag, sacola

σακούλα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zak, tas, bag, zakje, zak van

σακούλα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мешочек, сумка, мошна, патронташ, сума, котомка, мешок, мешка, пакет, сумки

σακούλα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pung, pose, veske, bag, posen, vesken

σακούλα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
påse, väska, påsen, bag

σακούλα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pussi, pullistua, pussittaa, tasku, laukku, pussin, kassi, bag

σακούλα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
taske, pose, posen, bag, sæk

σακούλα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mošna, pytlík, měšec, vak, taška, pytel, sáček, vaku

σακούλα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
torba, sakiewka, kieszeń, woreczek, worek, bag, torby

σακούλα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
erszény, táska, zsák, zsákot, bag, zacskó

σακούλα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kese, çanta, torba, çantası, bag, torbası

σακούλα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
помішаний, легкий, дріб'язковий, дрібний, мілкий, мішок, мешок

σακούλα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
trastë, qese, çantë, thes, qese të, qese e

σακούλα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
чанта, торба, кошница, торбичка, чантата

σακούλα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мяшок, мех

σακούλα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
paun, tasku, sopp, kott, kotti, koti, Olemas, bag

σακούλα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
fišeklija, vrećica, torbica, duhankesa, kesica, torba, vreća, torbu, bag

σακούλα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
poka, poki, pokinn, taska, tösku

σακούλα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
krepšys, maišas, maišelį, maišelis, maišą

σακούλα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
soma, maiss, maisiņš, maisiņu, maisā

σακούλα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
торба, торбата, вреќа, кеса, вреќа за

σακούλα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pungă, sac, sac de, geanta, punga

σακούλα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
torba, vrečka, vreča, vrečko, bag

σακούλα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
taška, nákupný, škridla, kabelka

Στατιστικά δημοτικότητας: σακούλα

Τυχαίες λέξεις