Обвариваться στα ελληνικά
Μετάφραση: обвариваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζεματίζω, έγκαυμα, ζεμάτισμα, ζεματιστού, απο εγκαύματα, έγκαυμα της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- биллион στα ελληνικά - δισεκατομμύριο, δισεκατομμύρια, δισ, δις, δισεκατομμυρίων
- вермишель στα ελληνικά - φιδές, τρούφα, vermicelli, φιδέ, τρούφας
- выпадать στα ελληνικά - έρχομαι, πέσουν έξω, να πέσουν έξω, πέσει έξω, πέφτουν έξω, πέφτουν
- драгун στα ελληνικά - ιππέας, δραγόνος, Dragoon
Τυχαίες λέξεις
Обвариваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζεματίζω, έγκαυμα, ζεμάτισμα, ζεματιστού, απο εγκαύματα, έγκαυμα της
Μεταφράσεις: ζεματίζω, έγκαυμα, ζεμάτισμα, ζεματιστού, απο εγκαύματα, έγκαυμα της