Обвинитель στα ελληνικά

Μετάφραση: обвинитель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, εισαγγελέας του
Обвинитель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • брошь στα ελληνικά - πόρπη, καρφίτσα, καρφίτσα καρφίτσα, καρφίτσα με, καρφίτσα για
  • бухгалтерия στα ελληνικά - λογιστική, λογιστικών, λογιστικής, λογιστικές, λογιστικά
  • валик στα ελληνικά - άξονας, μπικουτί, κύλινδρος, ταινία, μαξιλάρι, κυλίνδρου, κύλινδρο, ...
  • демпфировать στα ελληνικά - υγρός, νωπός, υγρασία, υγρό, βρεγμένο, νωπό, υγρασίας
Τυχαίες λέξεις
Обвинитель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, εισαγγελέας του