Обдавать στα ελληνικά
Μετάφραση: обдавать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιτσιλάω, ζεματίζω, πιτσιλίζω, πλατσουρίζω, περιχύστε, περιχύνετε, περιχύνουμε, περιχύνουμε με, περιχύνετε με
Μεταφράσεις
- антипассат στα ελληνικά - antitrade
- водный στα ελληνικά - βουρκωμένος, υδρόβιος, υγρός, νερουλός, νερό, νερού, ύδατος, ...
- джемпер στα ελληνικά - πλεκτή ζακέτα, ζακέτα, Cardigan, Κάρντιγκαν, ζακετάκι
- желтовато-серый στα ελληνικά - κιτρινοφαίος, πληκτικός, ανιαρός, γκριζόμαυρος, drab
Τυχαίες λέξεις
Обдавать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιτσιλάω, ζεματίζω, πιτσιλίζω, πλατσουρίζω, περιχύστε, περιχύνετε, περιχύνουμε, περιχύνουμε με, περιχύνετε με
Μεταφράσεις: πιτσιλάω, ζεματίζω, πιτσιλίζω, πλατσουρίζω, περιχύστε, περιχύνετε, περιχύνουμε, περιχύνουμε με, περιχύνετε με